Monday, June 30, 2014

ΠΟΥ ΠΑΕΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ;


Αν μη τι άλλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τις ευρωεκλογές μέχρι σήμερα ήταν πλούσιο σε πολιτικές εξελίξεις και αλλαγές. Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, ο ανασχηματισμός και τα πρώτα μηνύματα που έστειλε, ηθελημένα ή άθελά της , η νέα κυβέρνηση έδωσαν ενδιαφέρον υλικό στις πολιτικές στήλες και εκπομπές, που ακόμα και εν μέσω θέρους έχουν έτσι αρκετά θέματα να ασχοληθούν.
Όπως αποδείχθηκε πλέον ξεκάθαρα οι ευρωεκλογές μόνο ασήμαντες δεν ήταν. Ο συσχετισμός που προέκυψε από το αποτέλεσμα της τριπλής κάλπης είχε απτά αποτελέσματα και προκάλεσε συγκεκριμένες αλλαγές. Όσοι αμφισβητούσαν ότι υπήρχε περίπτωση οποιοδήποτε αποτέλεσμα σε μια αναμέτρηση δίχως πραγματική επίδραση στο πολιτικό σκηνικό να προκαλέσει αλλαγές, θετικές ή αρνητικές, μέχρι στιγμής μπορούν να είναι σίγουροι ότι έπεσαν έξω. Αντιθέτως όσοι επεδίωξαν μέσω των τριπλών εκλογών να στείλουν ένα μήνυμα και να προκαλέσουν απτά αποτελέσματα σε μεγάλο βαθμό πέτυχαν το στόχο τους.
Όντως ο βασικός φόβος που υπήρχε πριν τις ευρωεκλογές, ότι δηλαδή εξαιτίας του αποτελέσματος θα προκαλούνταν άμεσα εθνικές εκλογές, δεν επαληθεύτηκε, όπως ήταν αναμενόμενο. Ακόμα τουλάχιστον, αφού για το μέλλον τίποτα δεν είναι σίγουρο. Προκάλεσε όμως κάτι που μπορεί να αποδειχτεί πολύ χειρότερο: Σύγχυση και αποσταθεροποίηση. Ίσως να μην πρόκειται άμεσα να πάμε να ψηφίσουμε ξανά, όμως αν κρίνουμε από τις μέχρι στιγμής εξελίξεις και την πορεία που ακολουθείται μετά τις εκλογές το πιθανότερο είναι πως όταν πάμε ξανά να ψηφίσουμε η κατάσταση θα είναι ακόμα χειρότερη.
Μέσω των τριπλών εκλογών οι πολίτες επεδίωξαν να στείλουν το δικό τους μήνυμα. Άλλοι ψήφισαν με γνώμονα τη σταθερότητα, άλλοι για την ανατροπή, άλλοι απλώς για διαμαρτυρία και για να στείλουν ένα μήνυμα. Αυτούς τους τελευταίους επέλεξε να λάβει υπόψη η κυβέρνηση, για να προχωρήσει σε αλλαγές και ανακατεύθυνση με ξεκάθαρο σκοπό να προσεγγίσει ξανά αυτό τον κόσμο. Αυτός ήταν ο λόγος που ακολούθησε ο ανασχηματισμός και  διαδραματίζεται μια προσπάθεια αλλαγής πολιτικής. Τόσο όμως ο ανασχηματισμός όσο και αυτά που ακολούθησαν κάνουν τους πάντες να αναρωτιούνται τι ακριβώς προσπαθεί η κυβέρνηση να πετύχει.


Κατ’ αρχάς ο ίδιος ο ανασχηματισμός δεν είναι τυχαίο που προκάλεσε τόσες συζητήσεις και έγινε δεκτός με ένα καθολικό κλίμα δυσαρέσκειας. Έχουν γίνει αρκετές αναλύσεις και δε χρειάζεται άλλη μία τώρα, είναι όμως γεγονός ότι ειδικά στα πρόσωπα που απομακρύνθηκαν έγιναν αρκετά λάθη. Το γεγονός άλλωστε ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να επέμβει σε τέτοιο βαθμό για να διορθώσει το μεγαλύτερο από αυτά, και έφτασε να κάνει εγκωμιαστική δήλωση για έναν υπουργό που 48 ώρες πριν ο ίδιος είχε απομακρύνει, λέει πολλά. Για τα πρόσωπα που μπήκαν καλύτερα να μη λεχθεί τίποτα πριν τους δοθεί ένα ικανό χρονικό διάστημα να δοκιμαστούν. Είναι φανερό πάντως πως το βασικό κριτήριο για την επιλογή των προσώπων δεν ήταν η αποτελεσματικότητα, αλλά η προσωπική ικανοποίηση και οι πολιτικοί συσχετισμοί. Μπήκαν άτομα απλώς για να γίνουν υπουργοί, βγήκαν άλλα επειδή θεωρούνταν δυσάρεστοι, και επιχειρήθηκε τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ/ΕΛΙΑ να δείξουν ένα πιο κοινωνικό πρόσωπο. Μέχρι εδώ καλά.
Το αποτέλεσμα που προέκυψε από αυτή την πολύπλοκη διεργασία ποιο ήταν; Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε βαρεθεί να μετράμε γκάφες της κυβέρνησης. Υπουργοί να συγκρούονται μεταξύ τους, υπουργοί να διατείνονται ότι δεν  μπορούν να εφαρμόσουν τον προϋπολογισμό, υπουργοί να πετάνε καρφιά για πρώην υπουργούς, υπουργοί να τάζουν ότι θα ακυρώσουν ό, τι [καλό ή κακό] έκαναν οι προηγούμενοι. Βουλευτές να γκρινιάζουν επειδή δεν έγιναν υπουργοί, πρώην υπουργοί να γκρινιάζουν επειδή έφυγαν, βουλευτές να διεκδικούν τα πάντα για τους ψηφοφόρους τους και να ανταγωνίζονται ποιος θα γίνει πιο κοινωνικός. Και το χειρότερο, φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο το παλιό κακό φαινόμενο του συνδικαλιστή υπουργού και βουλευτή, που ώρες-ώρες σε κάνει να νομίζεις ότι ανέλαβε την εξουσία η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ σε συνεργασία με την ΕΣΗΕΑ.
Ας δεχθούμε όμως ότι τα λάθη ή οι προσωπικές γκάφες των μελών της κυβέρνησης δεν έχουν μεγάλη σημασία, στο κάτω-κάτω είναι αρχή ακόμα και ουδείς αναμάρτητος. Το βασικό πρόβλημα είναι άλλο. Ποια είναι πλέον η συνολική κατεύθυνση της κυβέρνησης;
Μέχρι τις ευρωεκλογές κάποιος μπορούσε εύκολα να απαντήσει στο ερώτημα. Η κυβέρνηση είχε σαφέστατα δείξει ποιοι ήταν οι στόχοι της. Αφότου διασφάλισε την παραμονή στην ΕΕ και βελτίωσε τις σχεδόν διαλυμένες σχέσεις με τους εταίρους-δανειστές είχε οριστικά καταλήξει στην εφαρμογή της συμφωνίας με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βελτίωση των δεικτών της οικονομίας. Επεδίωκε μεγαλύτερα πλεονάσματα ώστε από τη διαφορά να ενισχύσει ευπαθείς ομάδες, όπως και έκανε. Επεδίωκε τη βελτίωση του μακροοικονομικού κλίματος για να πετύχει την έξοδο στις αγορές, όπως και έκανε. Προσπαθούσε μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και των επαφών με επιχειρηματίες και κράτη σε όλο τον πλανήτη να φέρει επενδύσεις, και σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε. Εν ολίγοις πέτυχε τη ριζική βελτίωση των οικονομικών δεικτών, των αριθμών όπως συχνά τους αποκαλούμε. Και όταν ευημερούν οι αριθμοί σύντομα ακολουθούν οι άνθρωποι. Μέχρι τις εκλογές η βελτίωση στην πραγματική οικονομία, που είναι πάντα ο βασικός στόχος, ήταν μικρή έως ανύπαρκτη, όμως όλες οι προβλέψεις σταθερά συνέκλιναν στο ότι θα ερχόταν σύντομα.
Και μετά ήρθαν οι ευρωεκλογές. Η ήττα της ΝΔ, η συρρίκνωση της Ελιάς και το μήνυμα διαμαρτυρίας των πολιτών. Ερμηνεύοντας το μήνυμα η κυβέρνηση θεώρησε πως έπρεπε να επιταχύνει τη βελτίωση της πραγματικής οικονομίας. Μέχρις εδώ καλά. Το πρώτο θέμα με το οποίο ασχολήθηκε ουσιαστικά ήταν η διαθεσιμότητα και πως θα διοριστούν ξανά όλοι όσοι τέθηκαν σε τέτοιο καθεστώς. Έτσι θα επιταχυνθεί η βελτίωση της πραγματικής οικονομίας, με το να διοριστούν ξανά μερικές εκατοντάδες δημόσιοι υπάλληλοι; Αυτή είναι η προτεραιότητα της ελληνικής οικονομίας; Επίσης πόσο θετικό μήνυμα μπορεί να είναι ότι σκέφτονται ξανά να καταργήσουν το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, ίσως τη μοναδική μεταρρύθμιση που έδειξε αποτελέσματα και έγινε δεκτή σε τόσο μεγάλο βαθμό από τον κόσμο; Όσο νωρίτερα έρθει η βελτίωση της πραγματικής οικονομίας τόσο καλύτερα, με κινήσεις σαν αυτές όμως μάλλον το αντίθετο επιτυγχάνεται.
Τα επιτεύγματα των τελευταίων μηνών κατέστησαν δυνατά επειδή η χώρα έδειξε προσήλωση στα συμφωνηθέντα, προκάλεσε σταθερότητα και βελτίωση του κλίματος, ενώ κατόρθωσε να διορθώσει και κάποια κακώς κείμενα της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Ωστόσο το τελευταίο χρονικό διάστημα η εντύπωση που δίνει είναι ότι έχει ξεχάσει πως υπάρχει συμφωνία και έχει κάνει στροφή 180 μοιρών. Οι υπουργοί μιλάνε λες και δεν τους δεσμεύει τίποτα και συναγωνίζονται ο ένας τον άλλο σε «ευαισθησία». Μέχρι που θα βρουν μπροστά τους τα συμφωνηθέντα και θα αναγκαστούν και πάλι να κάνουν στροφή. Είτε όμως την κάνουν είτε όχι το κακό θα έχει γίνει, και η σταθερότητα θα είναι και πάλι παρελθόν. Μαζί και ό, τι επιτεύχθηκε τους τελευταίους μήνες. Από μόνοι τους άλλωστε προαναγγέλλουν σε πολλές περιπτώσεις ότι θα πάρουν πίσω τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν πριν από αυτούς, τις ίδιες μεταρρυθμίσεις που η απόδοση τους είναι η μοναδική ελπίδα της ελληνικής οικονομίας για μακροπρόθεσμη ανάκαμψη. Πως περιμένουν να βελτιώσουν την πραγματική οικονομία, ως αντάρτες που παίρνουν πίσω τις μεταρρυθμίσεις ή ως τσάμπα μάγκες που περιμένουν την τρόικα να τους τραβήξει το αυτί;


Η βελτίωση της πραγματικής οικονομίας είναι αναγκαία όσο ποτέ, δεν είναι λαϊκιστές όσοι λένε ότι η κατάσταση έχει φτάσει στα άκρα. Αυτό όμως που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία δεν είναι ούτε περισσότερους δημοσίους υπαλλήλους ούτε λιγότερες μεταρρυθμίσεις ούτε επιστροφή στις εποχές των συνδικαλιστών υπουργών και των μεγάλων ελλειμμάτων. Η κατεύθυνση της εφαρμογής των συμφωνηθέντων και των μεταρρυθμίσεων που είχε η κυβέρνηση μέχρι τις ευρωεκλογές ήταν η σωστή, με δύο αλλαγές. Πρώτον οι μεταρρυθμίσεις είναι ανάγκη να επιταχυνθούν, είναι δεδομένο άλλωστε ότι οι περισσότερες θα χρειαστούν χρόνια για να αποδώσουν, άρα χρόνος για χάσιμο δεν υπάρχει. Δεύτερον, κατά κοινή παραδοχή πλέον είναι ανάγκη να μειωθεί η φορολογία. Η υψηλή φορολογία είναι ο βασικός λόγος τόσο για την καθυστέρηση της βελτίωσης της πραγματικής οικονομίας όσο και για τα αποτελέσματα των εκλογών. Πρέπει να υπάρξει σταδιακή μείωση των κάθε είδους φορολογικών επιβαρύνσεων τόσο για να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις και να αρχίσει να λειτουργεί ξανά η οικονομία όσο και για να ελαφρυνθούν οι φορολογούμενοι. Είναι ο δικαιότερος τρόπος να ανταποκριθεί η κυβέρνηση στο μήνυμα του λαού, καθώς η μείωση των σωστών φορολογικών συντελεστών μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα για όλους, από τον άνεργο που θα μπορέσει να βρει δουλειά μέχρι τον εργαζόμενο που θα πληρώνει λιγότερα και τον επιχειρηματία που θα σώσει την επιχείρηση του. Είναι πολύ δικαιότερο και αποτελεσματικότερο απ’ το να επιδιώκεις απλά να κάνεις ξανά παροχές.



Φυσικά ένας στόχος όπως η συνολική μείωση της φορολογίας δε μπορεί να επιτευχθεί ούτε άμεσα ούτε εύκολα. Χρειάζεται μελέτη, σχέδιο και προσεκτικές κινήσεις, ώστε να έχει τα μεγαλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Είναι πρόσφατο το παράδειγμα του ΦΠΑ στην εστίαση, που είχε ως αποτέλεσμα μόνο την ελάφρυνση των επιχειρήσεων και όχι τη μείωση των τιμών. Δε ζητάει κανείς να βγει αύριο ο υπουργός Οικονομικών να πει ότι καταργούνται ή μειώνονται όλοι οι φόροι, αυτό θα ήταν ακόμα πιο καταστροφικό απ’ το να υποσχόταν τυφλές παροχές. Όποια ελάφρυνση κι αν γίνει πρέπει να μην επιβαρύνει δυσανάλογα τον προϋπολογισμό, δηλαδή είτε να συνοδεύεται από δημοσιονομικό ισοδύναμο είτε να θεωρείται βέβαιο ότι θα έχει θετική επίπτωση για τα έσοδα, λόγω αύξησης της κίνησης και μείωσης της φοροδιαφυγής, και να έχει θετικά αποτελέσματα για την αγορά και την οικονομία, ώστε να συντείνει στη διάσωση/δημιουργία επιχειρήσεων και τη μείωση της ανεργίας. Δεν έχει νόημα να γίνουν ελαφρύνσεις χάριν ρουσφετιού, πρέπει να έχουν ταυτόχρονα το χαρακτήρα μεταρρύθμισης και μέτρου κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι δύσκολο, είναι όμως ο καλύτερος τρόπος να ανταποκριθεί η κυβέρνηση στο μήνυμα των εκλογών χωρίς να παρεκκλίνει από την κατεύθυνση που η ίδια έχει χαράξει.

ΣΠΑΡΤΙΑΤΗΣ 

No comments:

Post a Comment